βαλεριάνα

βαλεριάνα
Γένος, το σημαντικότερο και πιο ενδιαφέρον, της οικογένειας των βαλεριανιδών, ετήσιων ή πολυετών ποωδών φυτών, κυρίως των ευκράτων ή ψυχρών περιοχών της Ευρώπης και της βόρειας και δυτικής Ασίας. Άλλα γένη της ίδιας οικογένειας με φυτά αυτοφυή των εύκρατων περιοχών είναι η βαλεριανέλλα, η φέδια και η κέντρανθος. Στο γένος β. ανήκουν περίπου 270 είδη, από τα οποία επτά απαντώνται στην ελληνική χλωρίδα, με σπουδαιότερο τη β. τη φαρμακευτική. Η β. είναι φυτό των σκιερών και υγρών τόπων (δασώδεις περιοχές, κανάλια, ρυάκια) από τη θάλασσα έως την ορεινή ζώνη. Το ύψος της φτάνει από 50 εκ. έως 1 μ. (μπορεί να φτάσει και 1,5 μ.), με βλαστούς κοίλους εσωτερικά και αυλακωτούς εξωτερικά. Έχει φύλλα αντίθετα, ελαφρώς χνουδωτά, φτερωτά, με 13-21 λογχοειδή φυλλάρια, από τα οποία το επάκριο αποτελεί προέκταση της ράχης, και άνθη μικρά, ρόδινα ή λευκά, διγενή, που σχηματίζουν εντυπωσιακούς κορύμβους. Έχουν στεφάνη σωληνοειδή με χείλη διαιρεμένα σε πέντε στρογγυλεμένους λοβούς, τρεις στήμονες και έναν ύπερο. Ο κάλυκας είναι πολύ μικρός, με έλασμα περιελιγμένο εσωτερικά κατά την άνθιση, εκπτυσσόμενο αργότερα σε κύπελλο με 5-15 βλεφαριδοφόρες τρίχες. Ο καρπός της είναι λείος, ωοειδής, μακρουλός με τον μόνιμο κάλυκα στην κορυφή του. Φυτό ριζωματώδες, έχει πολυάριθμες κυλινδροκωνικές, πολύ ινώδεις ρίζες, με δυσάρεστη οσμή όταν ξεραίνονται. Η. β. καλλιεργείται ως διακοσμητικό φυτό και κυρίως οι ποικιλίες της, η λευκή με λευκά άνθη, και η κόκκινη με άνθη κόκκινα. Από τα άλλα είδη β., τα σπουδαιότερα είναι τα γνωστά με την επιστημονική ονομασία β. η διοσκουρίδιος, φυτό πολύ κοινό σε ορεινές, βραχώδεις περιοχές σχεδόν όλης της Ελλάδας, β. η κρίνειος, β. η ωλένειος και β. η ασαρόφυλλος. Τα τρία τελευταία είδη είναι ενδημικά διαφόρων βουνών της Ελλάδας. Με τη γενική ονομασία β. είναι επίσης γνωστό ένα πολυετές ποώδες ανθόφυτο, ο κέντρανθος ο ερυθρός, ύψους 40-80 εκ., με πλούσια ανθοφορία σχεδόν όλο τον χρόνο, χρώματος κόκκινου ή λευκού, και με αρκετή ανθεκτικότητα στις παραθαλάσσιες περιοχές. (Ιατρ.) Οι ρίζες αυτού του κοντόχοντρου ριζώματος αποτελούν μια ναρκωτική ουσία που χρησιμοποιείται στην ιατρική. Περιέχουν ένα αιθέριο έλαιο με δυσάρεστη οσμή και εστέρες, που αποτελούν την κύρια δραστική ουσία, ενώ το βαλεριανικό οξύ είναι φαρμακολογικά ανενεργό. Όταν χορηγείται σε μικρές δόσεις, κατά προτίμηση σε σταγόνες (15-20), η β. προκαλεί επιβράδυνση των καρδιακών παλμών και ελαφρά αύξηση της αρτηριακής πίεσης, ενώ σε μεγαλύτερες δόσεις την κατεβάζει. Επιδρά κατασταλτικά στο κεντρικό νευρικό σύστημα και γι’ αυτό χρησιμοποιείται γενικά ως ελαφρύ καταπραϋντικό σε περιπτώσεις διεγέρσεων, υστερίας, νευρώσεων, ακόμη και τοπικών (καρδιακή νεύρωση και άλλα). Κόκκινη βαλεριάνα (κέντρανθος ο ερυθρός), πολυετές ποώδες φυτό, που αναπτύσσεται στις εύκρατες περιοχές, αυτοφυές ή καλλιεργούμενο (φωτ. Tomsich).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • εκχυλίσματα — Προϊόντα φυτικής ή ζωικής προέλευσης, τα οποία προέρχονται από τους φλοιούς, τα ξύλα (τανικά ε.), από εξάτμιση των χυμών ή από τα διαλύματα ορισμένων ουσιών (φαρμακευτικά και θρεπτικά ε.). Τα δραστικά συστατικά που περιέχονται στα φαρμακευτικά ε …   Dictionary of Greek

  • Μογγολία — Κράτος της κεντρικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Ρωσία και στα Α, στα Ν και στα Δ με την Κίνα.Tα εδαφικά όρια της Μ., εξαιτίας των χαρακτηριστικών της περιοχής στην οποία εκτείνεται η χώρα, δεν καθορίζονται από φυσικά στοιχεία, εκτός από το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”